Η Porsche με σημερινή της ανακοίνωση, ενημερώνει τους θαυμαστές των αυτοκινήτων της ανά τον κόσμο, ότι θα είναι η πρώτη αυτοκινητοβιομηχανία στη Γερμανία που θα σταματήσει να πουλά ντιζελοκίνητα όχήματα, τρία χρόνια μετά από το σκάνδαλο ντίζελγκεϊτ.
«Η Πόρσε δεν θα χρησιμοποιείται πλέον το ντίζελ», δήλωσε στην κυριακάτικη έκδοση της Bild ο επικεφαλής της εταιρείας που ανήκει στη Volkswagen Όλιβερ Μπλούμε.
Ο Μπλούμε επεσήμανε ότι η Πόρσε επιθυμεί να επικεντρωθεί στα βενζινοκίνητα αυτοκίνητα και τα υβριδικά καθώς και από το 2019 και μετά «στα καθαρά, ηλεκτρικά αυτοκίνητα».
«Δεν αναπτύξαμε ποτέ ούτε παράγαμε οι ίδιοι κινητήρες ντίζελ, όμως η εικόνα της Πόρσε επλήγη. Η κρίση με το ντίζελ μας δημιούργησε πολλά προβλήματα», εξήγησε, επισημαίνοντας ότι η εταιρεία δεν διαθέτει ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα από τον Φεβρουάριο ου 2018, μια κίνηση που έχει γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τους πελάτες της.
Με αυτό τον τρόπο, η Πόρσε γίνεται η πρώτη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία που παύει να χρησιμοποιεί αυτή την τεχνολογία, την ώρα που η ίδια η Volkswagen τονίζει ότι δεν επιθυμεί να σταματήσει να χρησιμοποιεί κινητήρες ντίζελ, όπως και οι ανταγωνιστές της BMW και Daimler.
Αυτή η απόφαση της Πόρσε είναι κυρίως συμβολική, καθώς η εταιρεία δεν διέθετε πολλά αυτοκίνητα με κινητήρες ντίζελ, όμως αναμένεται να επιφέρει νέο πλήγμα στις πωλήσεις των ντιζελοκίνητων αυτοκινήτων, οι οποίες έχουν ήδη μειωθεί μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε το φθινόπωρο του 2015.
Τότε η Volkswagen είχε παραδεχθεί ότι είχε εξοπλίσει τους κινητήρες 11 εκατομμυρίων ντιζελοκίνητων οχημάτων της με ένα λογισμικό που παραποιούσε τα αποτελέσματα των τεστ για τις εκπομπές ρύπων. Η εταιρεία έχει ήδη καταβάλει 27 δισεκατομμύρια ευρώ σε ανακλήσεις οχημάτων και δικαστικά έξοδα, κυρίως στις ΗΠΑ, ενώ βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη δίκες στη Γερμανία.
Εξάλλου η ΕΕ ξεκίνησε στα μέσα του μήνα έρευνα για ενδεχόμενη συνεννόηση ανάμεσα στις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες BMW, Daimler και VW Group (Volkswagen, Audi και Porsche) ώστε να αποφύγουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό όσον αφορά τις τεχνολογίες μείωσης των ρυπογόνων εκπομπών.