X
    Κατηγορίες: Ελλάδα

Γερμανία: Ο Τύπος για τις κατοχικές αποζημιώσεις – Η «παλιά φρίκη»

Ο γερμανικός τύπος σύμφωνα με την Deutsche Welle σε άρθρο της Δήμητρας Κυρανούδη, σχολιάζει και σήμερα την απόφαση της ελληνικής βουλής να διεκδικήσει η Ελλάδα πλέον επίσημα πολεμικές επανορθώσεις από τη Γερμανία. Πλήθος ρεπορτάζ με ιστορικές αναφορές.

Στη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα για τα ναζιστικά εγκλήματα που διαπράχθησαν την περίοδο της κατοχής μετά την σχετική απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου αναφέρεται εκτενώς και σήμερα ο γερμανικός τύπος με ρεπορτάζ, σχόλια και ιστορικές αναφορές.

«Με σπάνια ομοφωνία η ελληνική βουλή ανέθεσε στον Αλέξη Τσίπρα την εντολή να αξιώσει εκ νέου επανορθώσεις για τα ναζιστικά εγκλήματα», αναφέρει σε ρεπορτάζ της η Süddeutsche Zeitung, σημειώνοντας ότι το επόμενο βήμα που αναμένεται από ελληνικής πλευράς είναι μια σχετική ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανία. Όπως σημειώνει το ρεπορπάζ: «Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μεταξύ 1941 και 1949 πέθαναν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες –σε σφαγές, στις μάχες, λόγω πείνας και εκτοπισμών. Κατ´ επανάληψη στο παρελθόν εκπρόσωποι των θυμάτων είχαν εγείρει αξιώσεις για αποζημίωση. Ήταν εν μέρει επιτυχείς σε ελληνικά δικαστήρια, γεγονός που παραλίγο να οδηγήσει σε κατασχέσεις γερμανικών περιουσιών.» Για την επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας από την κυβέρνηση Τσίπρα να τεθεί επίσημα το ζήτημα των πολεμικών διεκδικήσεων η εφημερίδα σημειώνει: «Ο Τσίπρας έλεγε, ότι ήθελε πρώτα να περιμένει μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα, ώστε να μην μπλέξει να δύο θέματα. Ωστόσο για την επιλογή του συγκεκριμένου χρονικού σημείου για την απόφαση της Βουλής, ρόλο πρέπει να έπαιξε και ο ελληνικός προεκλογικός αγώνας. Το αργότερο τον Οκτώβριο αναμένονται εθνικές εκλογές, και η συντηρητική ΝΔ προηγείται καθαρά του ΣΥΡΙΖΑ.»

Σε άλλο σημείο η ίδια εφημερίδα επιγράφει σχόλιο για το ίδιο θέμα με τίτλο «Παλιά φρίκη». Σύμφωνα με το σχόλιο αυτή η μακροχρόνια ιστορία της διεκδίκησης πολεμικών επανορθώσεων, παρά το δεν έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε αποζημιώσεις ιδιωτών από διεθνή δικαιοδοτικά όργανα βάσει του διεθνούς δικαίου, είχε ωστόσο ως συνέπεια «να γίνει συνείδηση σε ένα ευρύτερο κοινό στη Γερμανία η φρίκη της κατοχής στην Ελλάδα κατά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα στην οποία συγκαταλέγεται και το Δίστομο». Όπως παρατηρεί το σχόλιο, και η νυν διεκδίκηση της ελληνικής κυβέρνησης ενδέχεται να καταλήξει σε διεθνή δικαστήρια, ενώ μέχρι την τελική απόφαση θα χρειαστούν χρόνια. «Θα είχε περισσότερο νόημα» σημειώνει το σχόλιο «ο χρόνος αυτός να χρησιμοποιηθεί για μια πολιτική προσέγγιση. Για παράδειγμα το Βερολίνο να μπορούσε να στηρίξει καλύτερα το Ταμείο για το Μέλλον, το κοινό πρότζεκτ για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης με περισσότερα από μόνο ένα εκατομ. ευρώ ετησίως. Αλλά αυτό που η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα επειγόντως είναι κάτι άλλο, επενδύσεις. Οι γερμανικές εταιρείες δεν μπορούν να εξαναγκαστούν αλλά να ενθαρρυνθούν προς αυτή την κατεύθυνση».

«Πρώτα ήταν ο φόρος καπνού, μετά ήρθαν οι Gastarbeiter»

Και η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει επίσης το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία των ελληνογερμανικών σχέσεων μεταπολεμικά με αναφορές βέβαια και στην πρόσφατη ιστορία των διμερών σχέσεων. «Η Ελλάδα απαιτεί την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία από το 1950. Αλλά η καθημερινή πολιτική ήταν πιο σημαντική για καιρό», γράφει ο σχολιογράφος σημειώνοντας ότι «η διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων της Αθήνας από τη Γερμανία ανήκει εδώ και δεκαετίες στα λίγα πολιτικά θέματα, όπου τα, κατά τα λοιπά βαθιά διχασμένα, πολιτικά κόμματα συμφωνούν». Το σχόλιο αναφέρεται σε συνέντευξη του Γιώργου Παπανδρέου στην FAZ το 2010, στην οποία και ο τότε πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίσει το θέμα «ανοιχτό», ωστόσο τότε είχε πει ότι «δεν θα το θέσουμε στην καθημερινή πολιτική ατζέντα, γιατί προς το παρόν μας απασχολούν άλλα προβλήματα». Και ο Αλέξης Τσίπρας μιλά σήμερα για ένα «ανοιχτό θέμα», το οποίο επιδιώκει να θέσει πριν τις επερχόμενες εκλογές του Οκτωβρίου, ώστε να μην αλλάξει κάτι στη συνέχεια από την επόμενη κυβέρνηση.

Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης που στήριξε την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα κάνοντας λόγο για ένα «άλυτο ιστορικό ζήτημα», φαίνεται να εκπροσωπεί, όπως παρατηρεί το σχόλιο, την πολιτική γραμμή του πατέρα του, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. «Αμέσως μετά την επικύρωση της Συμφωνίας 2+4, τον Μάρτιο του 1991, ο Κ. Μητσοτάκης και ο τότε υπ. Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς άνοιξαν, το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων -ο Σαμαράς το έθεσε μεταξύ άλλων σε μια συνομιλία με τον τότε υπ. Εξωτερικών της Γερμανίας Χανς Ντίντριχ Γκένσερ.» Εντούτοις, όπως παρατηρεί η εφημερίδα το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας από τη Γερμανία είχε τεθεί πολύ νωρίτερα στο παρελθόν, αλλά πάντα «καλύπτονταν από άλλους συμβιβασμούς της τρέχουσας πολιτικής, για παράδειγμα μέσω της Συμφωνίας για τον Καπνό το 1950, την οποία υπέγραψε στη Βόννη ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο παππούς του Γιώργου Παπανδρέου». Όπως αναφέρει σε άλλο σημείο το σχόλιο: «Σε αντάλλαγμα για την απαλλαγή από τον φόρο επί των εξαγωγών καπνού προς τη Γερμανία, η Αθήνα την εποχή εκείνη εμφανίστηκε πρόθυμη να αναβάλει προσωρινά τις απαιτήσεις για πολεμικές αποζημιώσεις. Στη δεκαετία του 60, ήταν πιο σημαντικό για την Ελλάδα να στείλει Gastarbeiter στη Γερμανία, λόγω της υψηλής ανεργίας, από το να διεκδικήσει επανορθώσεις. Ωστόσο επίσημα η Ελλάδα ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις αξιώσεις, σύμφωνα με την ελληνική ανάγνωση».

«Ο μπαμπούλας» των πολεμικών διεκδικήσεων

Κλείνοντας και η Stuttgarter Zeitung σχολιάζει το ζήτημα της νέας διεκδίκησης γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων σημειώνοντας: «Η πολιτική πίεση είναι μεγαλύτερη από τον νομικό κίνδυνο (σσ: που ενδέχεται να προκαλέσει η νομική διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων). Η ελληνική επίθεση ενδέχεται να βρει μιμητές σε μια ολοένα και πιο εθνικιστική Ευρώπη. Ήδη Ιταλία και Πολωνία εξετάζουν το ζήτημα. Η πιθανότητα διολίσθησης στον ρόλο του μπαμπούλα (για τη Γερμανία) είναι δεδομένη. Είναι επομένως προς το συμφέρον του Βερολίνου να τραβήξει μια γραμμή σε αυτά τα αιτήματα. Στην αναζήτηση συμβιβασμού πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι η Γερμανία δεν παρέμεινε αδρανής στην επιδιόρθωση του ελληνικού κράτους».

Σχετικά Άρθρα: